Βίδα στα πολωνικά

Μετάφραση: βίδα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ugniatać, wkręcać, oszukać, wkręcić, śrubować, wkręt, śrubowanie, uciskać, śruba, przyśrubować, klawisz, dośrubować, stosunek, zakręcać, pieprzyć, zaśrubować, śrubka, śruby, śrubę
Βίδα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βίδα

βίδα ηλικίασ 300 εκατομμυρίων ετών, βίδα αγγλικά, βίδα χαρτιά, βίδα ηλικίας 300 εκατ. χρόνων, βίδα στα αγγλικά, βίδα λεξικό γλώσσας πολωνικά, βίδα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • βία στα πολωνικά - moc, siła, zmusić, obowiązywać, gwałtowność, przymuszać, gwałt, ...
  • βίαιος στα πολωνικά - potężny, ostry, zapalczywy, ożywiony, silny, gwałtowny, agresywny, ...
  • βίζα στα πολωνικά - wiza, wizować, wizy, visa, wizę, wizowych
  • βίλα στα πολωνικά - willa, willi, villa, dom
Τυχαίες λέξεις
Βίδα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ugniatać, wkręcać, oszukać, wkręcić, śrubować, wkręt, śrubowanie, uciskać, śruba, przyśrubować, klawisz, dośrubować, stosunek, zakręcać, pieprzyć, zaśrubować, śrubka, śruby, śrubę