Βουλιμία στα ιταλικά

Μετάφραση: βουλιμία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cupidigia, avidità, avarizia, bramosia, Bulimia, La bulimia, di bulimia
Βουλιμία στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βουλιμία

βουλιμία τεστ, βουλιμία ετυμολογία, βουλιμία συνώνυμο, βουλιμία τι είναι, βουλιμία ξανακερδίστε τον έλεγχο, βουλιμία λεξικό γλώσσας ιταλικά, βουλιμία στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • βουλή στα ιταλικά - parlamento, casa, casa di, casa in, abitazione, edificio
  • βουλιάζω στα ιταλικά - lavello, lavandino, lavabo, dissipatore, dispersore
  • βουλώνω στα ιταλικά - intasare, ostruire, otturare, calafatare, caulk, mastice, stucco, ...
  • βουνό στα ιταλικά - monte, montare, cavalcatura, montagna, di montagna, mountain, montano
Τυχαίες λέξεις
Βουλιμία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: cupidigia, avidità, avarizia, bramosia, Bulimia, La bulimia, di bulimia