Βουλιμία στα πολωνικά

Μετάφραση: βουλιμία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zachłanność, łakomstwo, chciwość, żądza, Bulimia, bulimii, bulimię, żarłoczność, bulimią
Βουλιμία στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βουλιμία

βουλιμία τεστ, βουλιμία ετυμολογία, βουλιμία συνώνυμο, βουλιμία τι είναι, βουλιμία ξανακερδίστε τον έλεγχο, βουλιμία λεξικό γλώσσας πολωνικά, βουλιμία στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • βουλή στα πολωνικά - sejm, parlament, dom, domu, house, Domek letniskowy, obiekt
  • βουλιάζω στα πολωνικά - opadać, przekrzywiać, obwisanie, upadać, saga, zwis, zwisać, ...
  • βουλώνω στα πολωνικά - chodak, zapychać, zawadzać, pętać, zatkać, zatykać, kłoda, ...
  • βουνό στα πολωνικά - dosiadać, montować, zamontowanie, szczyt, dosiąść, sadzać, wsiadać, ...
Τυχαίες λέξεις
Βουλιμία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zachłanność, łakomstwo, chciwość, żądza, Bulimia, bulimii, bulimię, żarłoczność, bulimią