Βουλιμία στα σουηδικά
Μετάφραση: βουλιμία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
snikenhet, Bulimia, Bulimi, bulimia nervosa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βουλιμία
βουλιμία τεστ, βουλιμία ετυμολογία, βουλιμία συνώνυμο, βουλιμία τι είναι, βουλιμία ξανακερδίστε τον έλεγχο, βουλιμία λεξικό γλώσσας σουηδικά, βουλιμία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- βουλή στα σουηδικά - riksdag, parlament, hus, huset, house, Stuga, kammaren
- βουλιάζω στα σουηδικά - tvättställ, handfat, sink, diskbänk, diskbänken
- βουλώνω στα σουηδικά - caulk, diktnings, täta, fogmassa, fogmassan
- βουνό στα σουηδικά - fjäll, berg, berget, landskap, bergs, annat landskap
Τυχαίες λέξεις
Βουλιμία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: snikenhet, Bulimia, Bulimi, bulimia nervosa
Μεταφράσεις: snikenhet, Bulimia, Bulimi, bulimia nervosa