Γενναιότητα στα ιταλικά

Μετάφραση: γενναιότητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
coraggio, valore, il coraggio, bravery, audacia
Γενναιότητα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γενναιότητα

γενναιότητα συνωνυμα, γενναιότητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, γενναιότητα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • γενναιόδωρα στα ιταλικά - generosamente, generosità, con generosità, generoso, generose
  • γενναιόδωρος στα ιταλικά - generoso, liberale, generosa, generosi, ricca, generose
  • γεννητικός στα ιταλικά - generativo, generativa, generative, generatrice, generativi
  • γεννοβολώ στα ιταλικά - creare, stirpe, generare, razza, produrre, La deposizione delle uova, Spawning, ...
Τυχαίες λέξεις
Γενναιότητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: coraggio, valore, il coraggio, bravery, audacia