Γενναιότητα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: γενναιότητα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адвагу, адвага, храбрасць, мужнасць, смеласць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενναιότητα
γενναιότητα συνωνυμα, γενναιότητα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γενναιότητα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- γενναιόδωρα στα λευκορωσικά - шчодра
- γενναιόδωρος στα λευκορωσικά - шчодры, шчодрая
- γεννητικός στα λευκορωσικά - які спараджае, спараджае, спараджаюць
- γεννοβολώ στα λευκορωσικά - рабiць, нераст, нерест
Τυχαίες λέξεις
Γενναιότητα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адвагу, адвага, храбрасць, мужнасць, смеласць
Μεταφράσεις: адвагу, адвага, храбрасць, мужнасць, смеласць