Γενναιότητα στα ρωσικά

Μετάφραση: γενναιότητα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мужество, дерзание, храбрость, бодрость, отважность, отвага, смелость, доблесть, дух, храбрости
Γενναιότητα στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γενναιότητα

γενναιότητα συνωνυμα, γενναιότητα λεξικό γλώσσας ρωσικά, γενναιότητα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • γενναιόδωρα στα ρωσικά - великодушно, щедро, щедрые, щедрый, щедрую
  • γενναιόδωρος στα ρωσικά - благородный, большой, интенсивный, щедрый, изрядный, добрый, тороватый, ...
  • γεννητικός στα ρωσικά - детородный, половой, порождающий, генеративной, генеративных, генеративный, генеративные
  • γεννοβολώ στα ρωσικά - разводить, потомство, вызывать, закваска, вырастить, сращивать, икра, ...
Τυχαίες λέξεις
Γενναιότητα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: мужество, дерзание, храбрость, бодрость, отважность, отвага, смелость, доблесть, дух, храбрости