Εξοπλισμός στα ιταλικά

Μετάφραση: εξοπλισμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
equipaggio, astuccio, equipaggiamento, corredo, armamento, attrezzatura, apparecchiatura, borsa, materiale, dotazione
Εξοπλισμός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοπλισμός

εξοπλισμός παιδικής χαράς, εξοπλισμός εργαστηρίου, εξοπλισμός εργαστηρίου χημείας, εξοπλισμός γραφείου, εξοπλισμός νηπιαγωγείου, εξοπλισμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, εξοπλισμός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • εξονυχιστικός στα ιταλικά - accurato, completo, approfondita, approfondito, accurata
  • εξοπλίζω στα ιταλικά - tenuta, impianto, rig, impianto di perforazione, impianto di, attrezzatura
  • εξορία στα ιταλικά - esilio, esule, espulsione, dell'esilio, l'esilio, all'esilio
  • εξορίζω στα ιταλικά - espulsione, esilio, esule, relegare, relegare la, relegarla, relegano, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξοπλισμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: equipaggio, astuccio, equipaggiamento, corredo, armamento, attrezzatura, apparecchiatura, borsa, materiale, dotazione