Εξοπλισμός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εξοπλισμός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абсталяванне, абсталяваньне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξοπλισμός
εξοπλισμός παιδικής χαράς, εξοπλισμός εργαστηρίου, εξοπλισμός εργαστηρίου χημείας, εξοπλισμός γραφείου, εξοπλισμός νηπιαγωγείου, εξοπλισμός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εξοπλισμός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εξονυχιστικός στα λευκορωσικά - абавязковы, пільны, дбайны, старанны, дасканалы, дакладны
- εξοπλίζω στα λευκορωσικά - машына, ўстаноўка, ўсталёўка, усталёўка, устаноўка
- εξορία στα λευκορωσικά - спасылка, спасылка Калі
- εξορίζω στα λευκορωσικά - адносіць
Τυχαίες λέξεις
Εξοπλισμός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: абсталяванне, абсталяваньне
Μεταφράσεις: абсталяванне, абсталяваньне