Εξοπλισμός στα τούρκικα
Μετάφραση: εξοπλισμός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
silahlanma, ekipman, ekipmanlar, ekipmanları, donatımı, donatım
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξοπλισμός
εξοπλισμός παιδικής χαράς, εξοπλισμός εργαστηρίου, εξοπλισμός εργαστηρίου χημείας, εξοπλισμός γραφείου, εξοπλισμός νηπιαγωγείου, εξοπλισμός λεξικό γλώσσας τούρκικα, εξοπλισμός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εξονυχιστικός στα τούρκικα - tam, kapsamlı, ayrıntılı, ayrıntılı bir, eksiksiz
- εξοπλίζω στα τούρκικα - teçhizat, kulesi, rig, donanım, platformu
- εξορία στα τούρκικα - sürgün, sürgüne, exile, sürgünde, sürgünü
- εξορίζω στα τούρκικα - sürmek, havale, relegate, itmesine, küme düşürmek
Τυχαίες λέξεις
Εξοπλισμός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: silahlanma, ekipman, ekipmanlar, ekipmanları, donatımı, donatım
Μεταφράσεις: silahlanma, ekipman, ekipmanlar, ekipmanları, donatımı, donatım