Κοπριά στα ιταλικά
Μετάφραση: κοπριά, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fango, sudiciume, concime, letame, stallatico, il letame, deiezioni
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοπριά
κοπριά κουνελιού, κοπριά λίπασμα, κοπριά πουλερικών, κοπριά αλόγου, κοπριά κότας, κοπριά λεξικό γλώσσας ιταλικά, κοπριά στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κοπιάζω στα ιταλικά - lavoro, travaglio, moil, paletta bulino, paletta bulino a
- κοπιαστικός στα ιταλικά - faticoso, faticosa, affaticante, stancante, affaticanti
- κοράλλι στα ιταλικά - corallino, corallo, corallina, di corallo, coralli, coral
- κορίτσι στα ιταλικά - ragazza, signorina, figlia, bambina, della ragazza, ragazza di
Τυχαίες λέξεις
Κοπριά στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: fango, sudiciume, concime, letame, stallatico, il letame, deiezioni
Μεταφράσεις: fango, sudiciume, concime, letame, stallatico, il letame, deiezioni