Κοπριά στα ισπανικά

Μετάφραση: κοπριά, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estercolar, abono, estiércol, lodo, barro, el estiércol, de estiércol, estiércol de
Κοπριά στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοπριά

κοπριά κουνελιού, κοπριά λίπασμα, κοπριά πουλερικών, κοπριά αλόγου, κοπριά κότας, κοπριά λεξικό γλώσσας ισπανικά, κοπριά στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • κοπιάζω στα ισπανικά - trabajo, moil, mohel, desperdicio, de desperdicio, punta de desperdicio
  • κοπιαστικός στα ισπανικά - laborioso, trabajoso, diligente, esmerado, penoso, fatigoso, agotador, ...
  • κοράλλι στα ισπανικά - coral, de coral, corales, coralino, coralina
  • κορίτσι στα ισπανικά - hija, muchacha, chica, señorita, moza, niña, la muchacha, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοπριά στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: estercolar, abono, estiércol, lodo, barro, el estiércol, de estiércol, estiércol de