Κουρδίζω στα ιταλικά

Μετάφραση: κουρδίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
peto, motivo, vento, scoreggia, aria, melodia, sintonizzare, accordare, sintonizzarsi, regolare
Κουρδίζω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουρδίζω

κουρδίζω κιθάρα, κουρδίζω την κιθάρα, κουρδίζω αγγλικά, κουρδίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, κουρδίζω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κουρασμένος στα ιταλικά - affaticare, stanco, stanchi, stanca, stanchezza, stancato
  • κουραφέξαλα στα ιταλικά - noccioline, dadi, noci, frutta a guscio, i dadi
  • κουρελιασμένος στα ιταλικά - sbrindellato, stracciato, brandelli, tattered, a brandelli
  • κουρεύω στα ιταλικά - mietitura, tagliare, raccolta, potare, raccolto, messe, fermaglio, ...
Τυχαίες λέξεις
Κουρδίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: peto, motivo, vento, scoreggia, aria, melodia, sintonizzare, accordare, sintonizzarsi, regolare