Κουρδίζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: κουρδίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ветрот, мелодија, нагодување, склад, мелодијата, се вклучите
Κουρδίζω στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουρδίζω

κουρδίζω κιθάρα, κουρδίζω την κιθάρα, κουρδίζω αγγλικά, κουρδίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κουρδίζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • κουρασμένος στα σλαβομακεδονικά - уморни, уморна, уморен, изморени, уморно
  • κουραφέξαλα στα σλαβομακεδονικά - ореви, навртки, јатчесто, навртките, јаткасти плодови
  • κουρελιασμένος στα σλαβομακεδονικά - искината, испокинати, распарталените
  • κουρεύω στα σλαβομακεδονικά - жетвата, руно, руното, овен
Τυχαίες λέξεις
Κουρδίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: ветрот, мелодија, нагодување, склад, мелодијата, се вклучите