Κουρδίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: κουρδίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
arija, vėjas, melodija, tune, sureguliuoti, derinimas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουρδίζω
κουρδίζω κιθάρα, κουρδίζω την κιθάρα, κουρδίζω αγγλικά, κουρδίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κουρδίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κουρασμένος στα λιθουανικά - pavargęs, pavargę, pavargau, pavargote, pavargo
- κουραφέξαλα στα λιθουανικά - riešutai, riešutų, veržlės, riešutus, veržles
- κουρελιασμένος στα λιθουανικά - nuplyšęs, Oberwany, suplyšę, nuskaręs, Noplīsis
- κουρεύω στα λιθουανικά - kirpti, derlius, vilnos, vilna, fleece, vilnų, multinas
Τυχαίες λέξεις
Κουρδίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: arija, vėjas, melodija, tune, sureguliuoti, derinimas
Μεταφράσεις: arija, vėjas, melodija, tune, sureguliuoti, derinimas