Μοιρασμένος στα ιταλικά
Μετάφραση: μοιρασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mulini a vento, mulini, i mulini a vento, mulini a, windmills
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιρασμένος
μοιρασμένοσ ουρανόσ, μοιρασμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, μοιρασμένος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- μοιράζω στα ιταλικά - distribuire, condividere, contributo, propagare, strappo, spargere, partecipazione, ...
- μοιραίος στα ιταλικά - mortale, fatale, micidiale, letale, fatali, irreversibile, mortali
- μοιρογνωμόνιο στα ιταλικά - goniometro, protractor, rapportatore, il goniometro, goniometrica
- μοιρολατρία στα ιταλικά - fatalismo, il fatalismo, fatalità, fatalism
Τυχαίες λέξεις
Μοιρασμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: mulini a vento, mulini, i mulini a vento, mulini a, windmills
Μεταφράσεις: mulini a vento, mulini, i mulini a vento, mulini a, windmills