Μοιρασμένος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μοιρασμένος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
moinhos de vento, os moinhos de vento, moinhos, moinhos de, moinhos de Vento de
Μοιρασμένος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοιρασμένος

μοιρασμένοσ ουρανόσ, μοιρασμένος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μοιρασμένος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μοιράζω στα πορτογαλικά - rachar, compartir, levar, acabrunhar, guiar, administrar, dirigir, ...
  • μοιραίος στα πορτογαλικά - entorpecer, mortal, fatal, fatais
  • μοιρογνωμόνιο στα πορτογαλικά - transferidor, prolongador, protractor, do prolongador
  • μοιρολατρία στα πορτογαλικά - fatalismo, o fatalismo, fatalidade, fatalism
Τυχαίες λέξεις
Μοιρασμένος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: moinhos de vento, os moinhos de vento, moinhos, moinhos de, moinhos de Vento de