Μοιρασμένος στα ολλανδικά

Μετάφραση: μοιρασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
windmolens, molens, windmills, wind molens
Μοιρασμένος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοιρασμένος

μοιρασμένοσ ουρανόσ, μοιρασμένος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μοιρασμένος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μοιράζω στα ολλανδικά - verspreiden, overeenkomst, kloven, toedienen, uitspreiden, mennen, voeren, ...
  • μοιραίος στα ολλανδικά - dodelijk, funest, giftig, moorddadig, fataal, noodlottig, fatale, ...
  • μοιρογνωμόνιο στα ολλανδικά - gradenboog, hoekmeter, graden boog, geodriehoek, protractor
  • μοιρολατρία στα ολλανδικά - fatalisme, het fatalisme, fatalistische, fatalisme te
Τυχαίες λέξεις
Μοιρασμένος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: windmolens, molens, windmills, wind molens