Συγκρούομαι στα κροατικά
Μετάφραση: συγκρούομαι, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kovitlati se, baciti, kovitlati
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκρούομαι
συγκρούομαι συνωνυμα, συγκρούομαι στα αγγλικά, συγκρούομαι λεξικό γλώσσας κροατικά, συγκρούομαι στα κροατικά
Μεταφράσεις
- συγκρίσιμος στα κροατικά - usporedivo, usporediv, usporediti, usporedivi, usporediva, usporedive
- συγκροτώ στα κροατικά - osnovati, odgovarati, biti, čine, čini, sastaviti, skladati, ...
- συγκρούω στα κροατικά - sukob, sudar, sraz, sukobila, okršaj
- συγκρότημα στα κροατικά - grupe, grupa, družina, grupirati, skupina, kompleks, složen, ...
Τυχαίες λέξεις
Συγκρούομαι στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: kovitlati se, baciti, kovitlati
Μεταφράσεις: kovitlati se, baciti, kovitlati