Συγκρούομαι στα τούρκικα
Μετάφραση: συγκρούομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çarpmak, fırlatmak, ses yapmak, fırlamak, savurmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκρούομαι
συγκρούομαι συνωνυμα, συγκρούομαι στα αγγλικά, συγκρούομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, συγκρούομαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- συγκρίσιμος στα τούρκικα - karşılaştırılabilir, benzer, kıyaslanabilir, mukayese, karşılaştırılabilecek
- συγκροτώ στα τούρκικα - oluşturmak, oluşturan, oluşturabilirsiniz, oluşturmaktadır, kompoze
- συγκρούω στα τούρκικα - çatışma, çatışması, clash, çatışmada, çarpışma
- συγκρότημα στα τούρκικα - grup, kompleks, karmaşık, kompleksi, karmaşık bir
Τυχαίες λέξεις
Συγκρούομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çarpmak, fırlatmak, ses yapmak, fırlamak, savurmak
Μεταφράσεις: çarpmak, fırlatmak, ses yapmak, fırlamak, savurmak