Συγκρούομαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: συγκρούομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стикніться, стикатись, зштовхуватися, стикатися, Хертл
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκρούομαι
συγκρούομαι συνωνυμα, συγκρούομαι στα αγγλικά, συγκρούομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συγκρούομαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συγκρίσιμος στα ουκρανικά - порівнянний, порівняний, порівняти, можна порівняти, який можна порівняти
- συγκροτώ στα ουκρανικά - складати, заснувати, призначати, створювати, засновувати, скомпонувати, писати, ...
- συγκρούω στα ουκρανικά - стикатися, зштовхуватися, стикатись, стикніться, зіткнення, сутичка, сутичку
- συγκρότημα στα ουκρανικά - згрупувати, група, угруповання, колектив, гурт, комплекс
Τυχαίες λέξεις
Συγκρούομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: стикніться, стикатись, зштовхуватися, стикатися, Хертл
Μεταφράσεις: стикніться, стикатись, зштовхуватися, стикатися, Хертл