Ενόχληση στα λετονικά

Μετάφραση: ενόχληση, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
traucējums, traucēklis, neērtības, traucējoši, kaitīgums
Ενόχληση στα λετονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενόχληση

ενόχληση στους όρχεις, ενόχληση στο στήθος, ενόχληση στο γόνατο, ενόχληση στον λαιμό, ενόχληση στο μάτι, ενόχληση λεξικό γλώσσας λετονικά, ενόχληση στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • ενυδρείο στα λετονικά - akvārijs, Aquarium, akvāriju, akvārija
  • ενότητα στα λετονικά - vienotība, vienotību, vienotības, vienība
  • ενώ στα λετονικά - kamēr, bet, vienlaikus
  • ενώνω στα λετονικά - savienot, saistīt, pievienoties, pievienotos, pievienosies, sistēmā, iestāties
Τυχαίες λέξεις
Ενόχληση στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: traucējums, traucēklis, neērtības, traucējoši, kaitīgums