Ενόχληση στα τούρκικα

Μετάφραση: ενόχληση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hareket, rahatsızlık, sıkıntı, rahatsız edici, baş belası, bir sıkıntı
Ενόχληση στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενόχληση

ενόχληση στους όρχεις, ενόχληση στο στήθος, ενόχληση στο γόνατο, ενόχληση στον λαιμό, ενόχληση στο μάτι, ενόχληση λεξικό γλώσσας τούρκικα, ενόχληση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ενυδρείο στα τούρκικα - akvaryum, Aquarium, Akvaryumu, Bahçesi, bir akvaryum
  • ενότητα στα τούρκικα - birlik, birliği, birliğin, birliğinin, bütünlüğü
  • ενώ στα τούρκικα - müddet, süre, iken, ise, sırasında, ederken
  • ενώνω στα τούρκικα - birleştirmek, birleşmek, katılmak, katılması, katılmaya, katılın, katılma
Τυχαίες λέξεις
Ενόχληση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: hareket, rahatsızlık, sıkıntı, rahatsız edici, baş belası, bir sıkıntı