Καλόγερος στα λετονικά
Μετάφραση: καλόγερος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mūks, mūku, mūka, monk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλόγερος
καλόγερος δανιήλ, καλόγερος σαμουήλ, καλόγερος σπυρί, καλόγερος δανιήλ έζησε στη μονή του σινά στα τέλη τον 17ου αιώνα, καλόγερος ρούχων, καλόγερος λεξικό γλώσσας λετονικά, καλόγερος στα λετονικά
Μεταφράσεις
- καλπασμός στα λετονικά - galops, aulekšot, Gallop, aulekši, auļot
- καλόβουλος στα λετονικά - rūdīta, rūdīts, tempered, rūdītā, rūdītais
- καλόκαρδος στα λετονικά - labsirdīgs, labsirdīga
- καλός στα λετονικά - labs, labais, lietpratīgs, veids, izveicīgs, laipns, šķirne, ...
Τυχαίες λέξεις
Καλόγερος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: mūks, mūku, mūka, monk
Μεταφράσεις: mūks, mūku, mūka, monk