Ακμαίος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ακμαίος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
квітнеючы, квітнеючай
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακμαίος
ακμαίος συνώνυμο, ακμαίος συνωνυμα, ακμαίος λεξικο, ακμαίος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ακμαίος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ακμάζω στα λευκορωσικά - красаванне, цвіценне
- ακμή στα λευκορωσικά - буда, высокi, акне, вугроў, вугры, окне
- ακοή στα λευκορωσικά - вуха, слых, чутка, слух, чуткі, чутку
- ακοινώνητος στα λευκορωσικά - нелюдзімы, нечуваны, дзіклівы
Τυχαίες λέξεις
Ακμαίος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: квітнеючы, квітнеючай
Μεταφράσεις: квітнеючы, квітнеючай