Ακμαίος στα ιταλικά
Μετάφραση: ακμαίος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
attivo, arzillo, fiorente, fioritura, fiorire, florido, florida
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακμαίος
ακμαίος συνώνυμο, ακμαίος συνωνυμα, ακμαίος λεξικο, ακμαίος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ακμαίος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ακμάζω στα ιταλικά - fiorire, fiore, fioritura, Bloom, fioriscono
- ακμή στα ιταλικά - colmo, apice, cima, vertice, culmine, vetta, acne, ...
- ακοή στα ιταλικά - udito, sentire, dell'udito, sentendo, ascoltato
- ακοινώνητος στα ιταλικά - insocievole, unsociable, asociale, poco socievole, socievole
Τυχαίες λέξεις
Ακμαίος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: attivo, arzillo, fiorente, fioritura, fiorire, florido, florida
Μεταφράσεις: attivo, arzillo, fiorente, fioritura, fiorire, florido, florida