Ασύμπτωτο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ασύμπτωτο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
асимптота
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασύμπτωτο
ασύμπτωτο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ασύμπτωτο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ασύλληπτος στα λευκορωσικά - неперехваченное
- ασύμμετρος στα λευκορωσικά - несувымерных, несуразмернасцю, непамерна, несуразмерныя, неадпаведна
- ασύρματο στα λευκορωσικά - бесправадной, Бесправадны, бесправоднай
- ασύστολα στα λευκορωσικά - бессаромна, сораму
Τυχαίες λέξεις
Ασύμπτωτο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: асимптота
Μεταφράσεις: асимптота