Ασύμπτωτο στα σουηδικά
Μετάφραση: ασύμπτωτο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
asymptot, asymptoten, asymptote
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασύμπτωτο
ασύμπτωτο λεξικό γλώσσας σουηδικά, ασύμπτωτο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ασύλληπτος στα σουηδικά - ofångade, ej infångade, ohanterat, ej infångat
- ασύμμετρος στα σουηδικά - OJÄMFÖRBAR, INKOMMENSURABEL, INTE PROPORTIONELL, OTILLRÄCKLIG
- ασύρματο στα σουηδικά - Trådlös, Trådlöst, Wireless, trådlösa, wi
- ασύστολα στα σουηδικά - shamelessly, skamlöst, skam, fräckt, ett skamlöst
Τυχαίες λέξεις
Ασύμπτωτο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: asymptot, asymptoten, asymptote
Μεταφράσεις: asymptot, asymptoten, asymptote