Βαμβακερό στα λευκορωσικά

Μετάφραση: βαμβακερό, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бавоўна, бавоўну, хлопок, воплеск, бавоўны
Βαμβακερό στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαμβακερό

βαμβακερό νήμα, βαμβακερό ύφασμα, βαμβακερό κορδόνι, βαμβακερό παιδικό χαλί, βαμβακερό χαλί, βαμβακερό λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βαμβακερό στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • βαλτός στα λευκορωσικά - балота, балото, балоты
  • βαμβάκι στα λευκορωσικά - бавоўна, бавоўну, хлопок, воплеск, бавоўны
  • βαμβακερός στα λευκορωσικά - бавоўны
  • βανίλια στα λευκορωσικά - ваніль
Τυχαίες λέξεις
Βαμβακερό στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: бавоўна, бавоўну, хлопок, воплеск, бавоўны