Βαμβακερό στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: βαμβακερό, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
памукот, памук, памучна, памучни, памучно
Βαμβακερό στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαμβακερό

βαμβακερό νήμα, βαμβακερό ύφασμα, βαμβακερό κορδόνι, βαμβακερό παιδικό χαλί, βαμβακερό χαλί, βαμβακερό λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βαμβακερό στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • βαλτός στα σλαβομακεδονικά - блато, барски, мочуриште, блатото, мочуриштето
  • βαμβάκι στα σλαβομακεδονικά - памукот, памук, памучна, памучни, памучно
  • βαμβακερός στα σλαβομακεδονικά - памукот, во памук, со памук, во памучна, од Памук
  • βανίλια στα σλαβομακεδονικά - ванила, ванилин, ванилата, од ванила, на ванила
Τυχαίες λέξεις
Βαμβακερό στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: памукот, памук, памучна, памучни, памучно