Βαμβακερό στα σουηδικά
Μετάφραση: βαμβακερό, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bomull, bomulls, bomullen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαμβακερό
βαμβακερό νήμα, βαμβακερό ύφασμα, βαμβακερό κορδόνι, βαμβακερό παιδικό χαλί, βαμβακερό χαλί, βαμβακερό λεξικό γλώσσας σουηδικά, βαμβακερό στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- βαλτός στα σουηδικά - kärr, marsh, träsket, kärret, träsk
- βαμβάκι στα σουηδικά - bomull, bomulls, bomullen
- βαμβακερός στα σουηδικά - bomull, i bomull, för bomull, bomulls, med bomull
- βανίλια στα σουηδικά - vanilj, vanilla
Τυχαίες λέξεις
Βαμβακερό στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bomull, bomulls, bomullen
Μεταφράσεις: bomull, bomulls, bomullen