Γέρος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: γέρος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стары, старый, старая
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γέρος
γέρος της δημοκρατίας, γέρος ονειροκριτης, γέρος συνώνυμα, γέρος του μοριά ταβέρνα, γέρος του βουνού, γέρος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γέρος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- γέρικος στα λευκορωσικά - стары, gerikos
- γέρνω στα λευκορωσικά - бераг, прагін, прагіб, прагіну
- γέφυρα στα λευκορωσικά - мост
- γήινος στα λευκορωσικά - зямной, зямны, зямнога, зямным, зямное
Τυχαίες λέξεις
Γέρος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: стары, старый, старая
Μεταφράσεις: стары, старый, старая