Διπλαρώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διπλαρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
перакрыцце, перакрыццё, перакрыцьцё
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλαρώνω
διπλαρώνω συνώνυμα, διπλαρώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διπλαρώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διοχετεύω στα λευκορωσικά - ланцуг, посылаць, дрэнаж, дренаж
- διπλανός στα λευκορωσικά - побач, шэрагам, поруч
- διπλασιάζω στα λευκορωσικά - Geminate
- διπλοκατοικία στα λευκορωσικά - дуплекс
Τυχαίες λέξεις
Διπλαρώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: перакрыцце, перакрыццё, перакрыцьцё
Μεταφράσεις: перакрыцце, перакрыццё, перакрыцьцё