Διπλαρώνω στα ουκρανικά
Μετάφραση: διπλαρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вітайте, перекриття
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλαρώνω
διπλαρώνω συνώνυμα, διπλαρώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διπλαρώνω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- διοχετεύω στα ουκρανικά - паз, посилати, передати, відправляти, шпунт, передайте, фарватер, ...
- διπλανός στα ουκρανικά - примкнення, поруч, поряд, рядом, поблизу, низкою
- διπλασιάζω στα ουκρανικά - дупель, двійчастий, подвоїти, подвоювати, петля, Geminate
- διπλοκατοικία στα ουκρανικά - дуплекс, дуплекси
Τυχαίες λέξεις
Διπλαρώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вітайте, перекриття
Μεταφράσεις: вітайте, перекриття