Εμπλέκομαι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εμπλέκομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пытацца, рык, гырканне, рычанне, рыканне, гыркат
Εμπλέκομαι στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπλέκομαι

εμπλέκομαι μετάφραση, εμπλέκομαι κλιση, εμπλέκομαι συνώνυμα, εμπλέκομαι αοριστος, εμπλέκομαι στα αγγλικα, εμπλέκομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εμπλέκομαι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • εμπιστεύομαι στα λευκορωσικά - давер
  • εμπιστοσύνη στα λευκορωσικά - упэўненасць, ўпэўненасць, ўпэўненасьць, упэўненасьць, перакананасць
  • εμπλέκω στα λευκορωσικά - пытацца, аблытваць
  • εμπλουτίζω στα λευκορωσικά - абагачаць, узбагачаць, ўзбагачаць, узбагачае, ўзбагаціць
Τυχαίες λέξεις
Εμπλέκομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пытацца, рык, гырканне, рычанне, рыканне, гыркат