Εμπλέκομαι στα γερμανικά

Μετάφραση: εμπλέκομαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fordern, benötigen, verlangen, bedürfen, brauchen, Knurren, knäuel, snarl, Knoten, Fauchen
Εμπλέκομαι στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπλέκομαι

εμπλέκομαι μετάφραση, εμπλέκομαι κλιση, εμπλέκομαι συνώνυμα, εμπλέκομαι αοριστος, εμπλέκομαι στα αγγλικα, εμπλέκομαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, εμπλέκομαι στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εμπιστεύομαι στα γερμανικά - treuhand, aufbewahrung, trauen, verwahrung, vertrauen, glauben, kartell, ...
  • εμπιστοσύνη στα γερμανικά - kartell, trust, selbstvertrauen, selbstsicherheit, glauben, zuversicht, vertrauen, ...
  • εμπλέκω στα γερμανικά - benötigen, brauchen, bedürfen, verlangen, fordern, verstricken, umgarnen, ...
  • εμπλουτίζω στα γερμανικά - bereichern, zu bereichern, anzureichern, Bereicherung, reichern
Τυχαίες λέξεις
Εμπλέκομαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fordern, benötigen, verlangen, bedürfen, brauchen, Knurren, knäuel, snarl, Knoten, Fauchen