Ενστικτωδώς στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ενστικτωδώς, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
інстынктыўна, інстыктыўна
Ενστικτωδώς στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενστικτωδώς

ενστικτωδώς συνώνυμα, ενστικτωδώς λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ενστικτωδώς στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ενσπείρω στα λευκορωσικά - выклікаць, ўнушаць, пераконваць, унушаць, сеяць
  • ενσταλάζω στα λευκορωσικά - настойваць
  • ενστικτώδης στα λευκορωσικά - інстынктыўныя, інстыктыўны, інстынктыўны, інстынктыўнае
  • ενσωματώνω στα λευκορωσικά - ўвасабляць, увасабляць, ажыццяўляць
Τυχαίες λέξεις
Ενστικτωδώς στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: інстынктыўна, інстыктыўна