Ενστικτωδώς στα λιθουανικά

Μετάφραση: ενστικτωδώς, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
instinktyviai, intuityviai
Ενστικτωδώς στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενστικτωδώς

ενστικτωδώς συνώνυμα, ενστικτωδώς λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ενστικτωδώς στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ενσπείρω στα λιθουανικά - kiaulė, įdiegti, sukelti, įteigti, diegti, keltų
  • ενσταλάζω στα λιθουανικά - įlieti, įkvėpti, infuzuojamas, sužadinti, įteigti
  • ενστικτώδης στα λιθουανικά - instinktyvus, instinktyvi, instinktyviai, instinktyvaus, instinktinis
  • ενσωματώνω στα λιθουανικά - turėti, įkūnyti, įkūnija, įgyvendinti, įkūnytų, apimti
Τυχαίες λέξεις
Ενστικτωδώς στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: instinktyviai, intuityviai