Θεσπίζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: θεσπίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
iнстытут, будаваць, прымаць, прымаць у, браць
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεσπίζω
θεσπίζω english, θεσπίζω συνώνυμο, θεσπίζω συνώνυμα, θεσπίζω στα αγγλικά, θεσπίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, θεσπίζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- θεσμός στα λευκορωσικά - ўстанова, ўстанову, установа, установу, заснаванне
- θεσπέσιος στα λευκορωσικά - выдатны, цудоўны, прыгожы, прекрасный
- θετικός στα λευκορωσικά - станоўчы, дадатны
- θετός στα λευκορωσικά - прыёмны, прыёмнае, прыёмная, прыёмнага
Τυχαίες λέξεις
Θεσπίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: iнстытут, будаваць, прымаць, прымаць у, браць
Μεταφράσεις: iнстытут, будаваць, прымаць, прымаць у, браць