Θεσπίζω στα ρουμανικά
Μετάφραση: θεσπίζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
stabili, decret, institut, decreta, adopte, adopta, să adopte, adopte o
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεσπίζω
θεσπίζω english, θεσπίζω συνώνυμο, θεσπίζω συνώνυμα, θεσπίζω στα αγγλικά, θεσπίζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, θεσπίζω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- θεσμός στα ρουμανικά - instituţie, instituție, instituții, instituție de, instituției, instituția
- θεσπέσιος στα ρουμανικά - divin, beauteous
- θετικός στα ρουμανικά - pozitiv, pozitivă, pozitive, pozitiva
- θετός στα ρουμανικά - adoptiv, adoptivă, adopție, adoptatoare, de adopție
Τυχαίες λέξεις
Θεσπίζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: stabili, decret, institut, decreta, adopte, adopta, să adopte, adopte o
Μεταφράσεις: stabili, decret, institut, decreta, adopte, adopta, să adopte, adopte o