Θεσπίζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: θεσπίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
донесе, донесува, донесување, донесување на, донесат
Θεσπίζω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θεσπίζω

θεσπίζω english, θεσπίζω συνώνυμο, θεσπίζω συνώνυμα, θεσπίζω στα αγγλικά, θεσπίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, θεσπίζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • θεσμός στα σλαβομακεδονικά - институција, институцијата, установа, установата
  • θεσπέσιος στα σλαβομακεδονικά - убавицата, прелепа, лепа
  • θετικός στα σλαβομακεδονικά - позитивен, позитивни, позитивна, позитивните, позитивно
  • θετός στα σλαβομακεδονικά - посвоителот, посвојуваат, посвоител, посвоил, приемен
Τυχαίες λέξεις
Θεσπίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: донесе, донесува, донесување, донесување на, донесат