Κατασκευάζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κατασκευάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прынасiць, прыходзiць, рабiць, штурхаць, адбыцца, прыстань, фабрыкаваць, фабрыкаваць гэтую, фабрыкаваць гэтую крымінальную
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατασκευάζω
κατασκευάζω σελιδοδείκτες, κατασκευάζω χαρταετό, κατασκευάζω κοσμήματα, κατασκευάζω συνώνυμα, κατασκευάζω θερμοκήπιο, κατασκευάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατασκευάζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- καταρροή στα λευκορωσικά - катар, катар будзе, Катару, Катару ў
- κατασκήνωση στα λευκορωσικά - лагер, лягер, летнік
- κατασκευή στα λευκορωσικά - структура, будаўніцтва
- κατασκευαστής στα λευκορωσικά - вытворца, вытворчасці, на вытворчасці
Τυχαίες λέξεις
Κατασκευάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прынасiць, прыходзiць, рабiць, штурхаць, адбыцца, прыстань, фабрыкаваць, фабрыкаваць гэтую, фабрыкаваць гэтую крымінальную
Μεταφράσεις: прынасiць, прыходзiць, рабiць, штурхаць, адбыцца, прыстань, фабрыкаваць, фабрыкаваць гэтую, фабрыкаваць гэтую крымінальную