Κατασκευάζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: κατασκευάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
придумувати, майстерна, вигадувати, вироблятися, творити, майстерня, збудувати, сконструювати, виготовляти, фабрика, фабрикувати, майори, цех
Κατασκευάζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατασκευάζω

κατασκευάζω σελιδοδείκτες, κατασκευάζω χαρταετό, κατασκευάζω κοσμήματα, κατασκευάζω συνώνυμα, κατασκευάζω θερμοκήπιο, κατασκευάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατασκευάζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • καταρροή στα ουκρανικά - катар, катарів, Катару, гастрит, катари
  • κατασκήνωση στα ουκρανικά - кемпінг, табір, табору
  • κατασκευή στα ουκρανικά - побудування, будову, тлумачення, спорудження, будівництво
  • κατασκευαστής στα ουκρανικά - вироблений, миротворець, виробник
Τυχαίες λέξεις
Κατασκευάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: придумувати, майстерна, вигадувати, вироблятися, творити, майстерня, збудувати, сконструювати, виготовляти, фабрика, фабрикувати, майори, цех