Κολλώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κολλώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
палка, кій, палка з
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλώ
κολλάω κλίση, μπρίκια κολλώ, κολλώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κολλώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κολλητός στα λευκορωσικά - агароджа, закрыты, блiзко, скончыць, зачыняць, чувак
- κολλιτσίδα στα λευκορωσικά - лапух, лопух, гэты лопух
- κολλώδης στα λευκορωσικά - ліпкі, ліпучы, ліпкае
- κολοκύθα στα λευκορωσικά - гарбуз, тыква
Τυχαίες λέξεις
Κολλώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: палка, кій, палка з
Μεταφράσεις: палка, кій, палка з