Κολλώ στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: κολλώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стап, стик, стапче, стапот, Stick
Κολλώ στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολλώ

κολλάω κλίση, μπρίκια κολλώ, κολλώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κολλώ στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • κολλητός στα σλαβομακεδονικά - Еј, пријателе, dude
  • κολλιτσίδα στα σλαβομακεδονικά - burdock
  • κολλώδης στα σλαβομακεδονικά - леплив, Важна тема, леплива, лепливи, лепи
  • κολοκύθα στα σλαβομακεδονικά - тиква, од тиква, тиквата, вешт, тикви
Τυχαίες λέξεις
Κολλώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: стап, стик, стапче, стапот, Stick