Κρύπτη στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κρύπτη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
склеп
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρύπτη
κρύπτη μακεδονικού αγώνα, κρύπτη αγίας φιλοθέης, γονατάς κρύπτη, κρύπτη μελίσσια, κρύπτη τρίκαλα, κρύπτη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κρύπτη στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κρύβω στα λευκορωσικά - хаваць, хваля, скура, ўтойваць, утойваць, скрываць
- κρύος στα λευκορωσικά - холад, халодны, халоднае
- κρύσταλλος στα λευκορωσικά - крышталь
- κτήμα στα λευκορωσικά - добра, маёмасць, маёмасьць
Τυχαίες λέξεις
Κρύπτη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: склеп
Μεταφράσεις: склеп