Κρύπτη στα λιθουανικά
Μετάφραση: κρύπτη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kripta, crypt, rūsys, kriptoje, Kapenes
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρύπτη
κρύπτη μακεδονικού αγώνα, κρύπτη αγίας φιλοθέης, γονατάς κρύπτη, κρύπτη μελίσσια, κρύπτη τρίκαλα, κρύπτη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κρύπτη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κρύβω στα λιθουανικά - slėptis, slėpti, paslėpti, nuslėpti, pasislėpti
- κρύος στα λιθουανικά - peršalimas, vėsus, sloga, šaltis, šaltas, šalto, šalta, ...
- κρύσταλλος στα λιθουανικά - kristalas, krištolas, kristalų, krištolo, kristalai
- κτήμα στα λιθουανικά - nuosavybė, turtas, požymis, savybė, turto, nekilnojamuoju, dvaras
Τυχαίες λέξεις
Κρύπτη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kripta, crypt, rūsys, kriptoje, Kapenes
Μεταφράσεις: kripta, crypt, rūsys, kriptoje, Kapenes