Μερίδιο στα λευκορωσικά

Μετάφραση: μερίδιο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
доля, дзель
Μερίδιο στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μερίδιο

μερίδιο αγοράς, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας 2012, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας, μερίδιο των αγγέλων, μερίδιο αγοράς σταθερής τηλεφωνίας, μερίδιο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μερίδιο στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • μενεξές στα λευκορωσικά - фіялетавы
  • μερίδα στα λευκορωσικά - частка, частку, часть
  • μεραρχία στα λευκορωσικά - падзел, раздзяленне
  • μεριά στα λευκορωσικά - ля, бераг, каля, бок
Τυχαίες λέξεις
Μερίδιο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: доля, дзель