Ναυάγιο στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ναυάγιο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
караблекрушэнне
Ναυάγιο στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ναυάγιο

ναυάγιο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ναυάγιο στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ναρκωμένος στα λευκορωσικά - здранцвеў, здранцвеласць, здранцвела, здранцвелі, зьмярцьвела
  • ναρκωτικό στα λευκορωσικά - лекі, лякарства, лекарство, лек
  • ναυαγοσώστης στα λευκορωσικά - выратавальнік, ратавальнік, ратаўнік, спасатель
  • ναυαγώ στα λευκορωσικά - выкідваць, выкідаць, выкідваць рэчыва, выбрасывать
Τυχαίες λέξεις
Ναυάγιο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: караблекрушэнне