Ναυάγιο στα τούρκικα
Μετάφραση: ναυάγιο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gemi enkazı, deniz kazası, karaya oturmak, karaya oturtmak, harap olmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ναυάγιο
ναυάγιο λεξικό γλώσσας τούρκικα, ναυάγιο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ναρκωμένος στα τούρκικα - uyuşmuş, hissiz, uyuşuk, uyuştu, duygusuz
- ναρκωτικό στα τούρκικα - ilaç, uyuşturucu, madde, ilacın
- ναυαγοσώστης στα τούρκικα - cankurtaran, lifeguard, cankurtaranlık
- ναυαγώ στα τούρκικα - ıssız adada mahsur kalmak, atmak, fırlatıp, fırlatmak, uzak döküm
Τυχαίες λέξεις
Ναυάγιο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: gemi enkazı, deniz kazası, karaya oturmak, karaya oturtmak, harap olmak
Μεταφράσεις: gemi enkazı, deniz kazası, karaya oturmak, karaya oturtmak, harap olmak